Η πλήρης αποδόμηση του παραγωγικού ιστού της χώρας και η δημιουργία μιας οικονομίας κατά βάση υπηρεσιών, χαρακτηρίζει τη γενικότερη πολιτική των κυβερνήσεων της τελευταίας δεκαετίας. Έντεχνα το ΠΑΣΟΚ και άτεχνα η ΝΔ, δημιούργησαν εκείνες τις προϋποθέσεις ώστε να μιλάμε αυτή τη στιγμή για την αποβιομηχάνιση της χώρας. Κι εδώ φαίνεται το πραγματικό διαρθρωτικό έλλειμμα των κοινωνικών και οικονομικών υποδομών. Δηλαδή από τη μια μεριά η αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου απέναντι στις παγκοσμιοποιημένες διαδικασίες είναι σπασμωδική και κινείται στη λογική, όχι της ανάπτυξης τομέων με υψηλή προστιθέμενη αξία, αλλά στη λογική της μείωσης του κόστους εργασίας. Από την άλλη η αντίδραση του κόσμου της εργασίας στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη διατήρηση κεκτημένων που δε συνάδουν με τη σύγχρονη εποχή (πχ μονιμότητα χωρίς αξιολόγηση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα).
Το μεγάλο ερωτηματικό για την Αριστερά είναι ο τρόπος που πρέπει να κινηθεί στη σύγχρονη πραγματικότητα. Γιατί η Αριστερά δεν μπορεί να εμπνεύσει μεγάλα κομμάτια της μισθωτής εργασίας; Γιατί υπάρχει η κρίση και η απαξίωση του κοινωνικού μοντέλου ιδιαίτερα στην Ευρώπη, αλλά και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα;
Κατά τη γνώμη μου υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες αιτιών:
1) Κοινωνικές αιτίες:
- Η παρακμή της βιομηχανικής εργατικής τάξης και η είσοδός της σε ένα μετα-φορντικό ή μετα-ταιηλοριστικό μοντέλο παραγωγής όπου ο εξειδικευμένος εργάτης έχει δώσει τη θέση του σε multi-skill μισθωτούς.
- Η ενδυνάμωση των μεσαίων μισθωτών τάξεων, των απασχολούμενων σε εξειδικευμένες πνευματικές εργασίες.
- Η διαφοροποίηση εντός της τάξεων των μισθωτών (μισθωτοί δημοσίου, μισθωτοί μεγάλων επιχειρήσεων με ισχυρούς συνδικαλιστικούς φορείς, μισθωτοί μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μισθωτοί πολύ μικρών βιοτεχνικών επιχειρήσεων, ατυπικοί μισθωτοί, μετανάστες μισθωτοί, προσωρινοί μισθωτοί κλπ).
2) Ιδεολογικές αιτίες:
- Η αποσάθρωση της εργατικής κουλτούρας.
- Η υποχώρηση της ταξικής συνείδησης.
- Η επέκταση του εγωιστικού ατομικισμού.
3) Πολιτικές αιτίες:
- Η απομάκρυνση των συνδικάτων από τους χώρους εργασίας.
- Η χαλάρωση των δεσμών των κομμάτων με ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και γενικότερα με αυτό που ονομάζουμε κοινωνία των ενεργών πολιτών.
- Η απομόνωση των ηγετικών ελίτ από τη βάση των κομμάτων.
- Η κρίση της κομματικής δράσης και συμμετοχής. Στη σημερινή εποχή είναι ιδιαίτερα δύσκολο να μιλήσουμε για ελκτικά προς εν δυνάμει νέα μέλη, κομματικά περιβάλλοντα όταν συνεχίζουν αυτά να διέπονται από μια κλειστή πυραμιδική κάθετη οργανωτική δομή, μη αφήνοντας και εγκλωβίζοντας τις οριζόντιες γραμμές επικοινωνίας και δράσης.
Πρέπει επίσης να καταλάβουμε και κάτι άλλο. Οι αναπτυγμένες κοινωνίες μας είναι καπιταλιστικές και εμπορευματικές. Οι πολίτες αποτελούν στόχο μιας υπερπροσφοράς αγαθών και υπηρεσιών με αποτέλεσμα τον ελεύθερο χρόνο τους να τον διαθέτουν στη κατανάλωση παρά στη δημόσια δράση. Με αυτό το συμπέρασμα καταντά πιο επιτακτική η ανάγκη για τη δημιουργία ενός σοβαρού και ισχυρού καταναλωτικού κινήματος. Πιστεύοντας ότι το καταναλωτικό κίνημα μπορεί να γίνει το κίνημα των κινημάτων, δημιουργείται ένα πεδίο δράσης λαμπρό για την Αριστερά αν συμμετάσχει.
Κατά καιρούς ακούγεται και προτείνεται το αίτημα για το 35ωρο. Το αίτημα αυτό, όσο κι να για τους πολλούς φαίνεται ανεφάρμοστο, ουτοπικό, εξοργιστικό (μιλάω για την Ελλάδα γιατί αλλού έχει εφαρμοστεί), εντούτοις πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους τους εργαζόμενους. Πρέπει να συνδυαστεί με ένα γενικότερο αίτημα περί «κοινωνίας της ευζωίας». Η μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να γίνει ο φορντισμός της εποχής μας. Χρειάζεται να δειχτεί ότι η μετάβαση στο 35ωρο συνοδεύεται από αύξηση της κατανάλωσης σε τομείς του τουρισμού μικρής διάρκειας, της διάθεσης βιβλίων, της πρόσβασης στο διαδίκτυο, της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων (DVD και CD-ROM). Ο στόχος δεν είναι να μειωθεί η αξία της εργασίας και να τονισθεί η τεμπελιά και η διασκέδαση. Ο απώτερος σκοπός θα πρέπει να είναι η προσπάθεια απόδειξης ότι το αίτημα για το 35ωρο οδηγεί προς μια άλλη παραγωγική, αναπτυξιακή και πολιτιστική οδό για την κοινωνία μας. Και ως τέτοιο πρέπει να το εκλάβουμε.
Κλείνοντας να σημειώσουμε ότι η Αριστερά πέραν των προτάσεων της για αναδιανομή του πλούτου, πρέπει επιτέλους να απαντήσει στην ερώτηση του πως θα παραχθεί ο πλούτος. Και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει τέτοια απάντηση εκτός της εύκολης λύσης της αύξησης της χρηματοδότησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.